Μεσημέριασε.
Ένα λαγουδάκι με δυσκολία έτρεχε ανάμεσα στους θάμνους κάτω από τον καυτό καλοκαιριάτικο ήλιο. Δεν είχε περάσει πολύ καιρός απ’ τη γέννησή του, έμαθε όμως γρήγορα να τρέχει.
Έτρεχε, έτρεχε, τρύπωνε στους θάμνους, πηδούσε από δω, πηδούσε από κει, προσπαθώντας να γνωρίσει τον κόσμο, έναν κόσμο αφιλόξενο στον οποίο δεν απείχε παρά μόνο ένα σκαλοπάτι απ’ τη βάση της τροφικής αλυσίδας. Αλλά δεν το γνώριζε!
Σταμάτησε να πάρει μια ανάσα...
Καθώς δε φαινόταν πουθενά κανένα άλλο πλάσμα του ζωικού βασιλείου, είχε την εντύπωση πως ήταν μόνο του στην περιοχή. Ξάφνου, μια σκιά διέσχισε με ταχύτητα το τοπίο κάνοντας την καρδιά του να χτυπήσει δυνατά. Κοίταξε γύρω του, μα δεν ήταν κανείς.
Ανακούφιση!
Αλλά όχι… η σκιά ήταν εκεί περιτριγυρίζοντας το, όμως, αυτό εξακολουθούσε να μη βλέπει κανέναν. Κοίταξε ψηλά στον ουρανό από διαίσθηση. Ένας αετός που είχε προσέξει πόσο αδέξια κινούταν μόλις είχε ξαπολήσει την επίθεσή του και σαν βέλος κατευθυνόταν με μεγάλη ταχύτητα στον ανυπεράσπιστο στόχο του.
Το λαγουδάκι προσπάθησε να τρέξει όσο πιο γρήγορα μπορούσε, ο αετός πλησίαζε, το λαγουδάκι έτρεχε, ο αετός πλησίαζε…
Σιγή.
Στην επιφάνεια της λίμνης καθρεφτίζονταν τα γύρω δέντρα και ανάμεσά τους οι αχτίδες του ήλιου έπλεκαν ένα χρυσαφένιο στεφάνι. Μια πάπια με τα τέσσερα παιδιά της επιχειρούσαν να μπουν μέσα.
Το νερό γέμισε με ρυτίδες, η ομορφιά μόλις είχε χαθεί.
Η μητέρα προχωρούσε μπροστά και τα παπάκια της ακολουθούσαν. Όταν απομακρύνθηκαν αρκετά απ’ τη στεριά, σταμάτησαν κι άρχισαν να παίζουν με το νερό. Το ένα επιχειρούσε να κάνει την πρώτη του βουτιά, ενώ τα υπόλοιπα βρέχονταν μεταξύ τους με τα μικροκαμωμένα τους φτερά. Στο κεφαλάκι τους δεν υπήρχε καμία έγνοια, η ευτυχία οριζόταν απ’ αυτήν τη μοναδική αίσθηση ανεμελιάς, ελευθερίας.
Η μάνα - πάπια που τα παρακολουθούσε λίγο πιο πέρα, αφού τα άφησε να παίξουν για αρκετή ώρα, τα συγκέντρωσε γύρω της και παίρνοντας δασκαλίστικο ύφος ξεκίνησε να τους μιλάει:
«Παιδιά μου, θεωρώ πως έφτασε η στιγμή να σας περιγράψω τον κόσμο στον οποίο ζούμε. Θέλω να με ακούσετε με ιδιαίτερη προσοχή και να μην ξεχάσετε ποτέ τα λεγόμενα μου. Έχετε την τύχη να μεγαλώνετε σ’ ένα πανέμορφο νησί, σ’ ένα νησί πλημμυρισμένο από χρώματα και ήχους. Η λιμνούλα με τα κρυστάλλινα νερά, όπου τώρα κολυμπάμε, είναι στο άκρο της βορειότερης χερσονήσου του και αποτελεί την απόληξη ενός μεγάλου δάσους στο οποίο ζουν φιλήσυχα πολλά είδη πουλιών, όπως καναρίνια, παπαγάλοι, γύπες, περιστέρια, σπίνοι, αηδόνια, πελαργοί, γερανοί, εμείς και τόσα άλλα. Η φύση με το πινέλο της έχει δημιουργήσει έναν παράδεισο!
»Στον νότο, υπάρχει μια έκταση γεμάτη βράχια όπου κατοικούν μικρότερα πουλιά, όπως σπουργίτια, κοτσύφια, κίσσες καθώς και άλλα είδη. Όμως, η περιοχή αυτή αν και είναι πετρώδης, κρύβει ένα θησαυρό: εκεί βρίσκεται ένα ποταμάκι που, παρόλο που τώρα το καλοκαίρι είναι ξερό, το χειμώνα γεμίζει νερό και αποτελεί πηγή ζωής για όλα τα πουλιά, καθώς μόνο εκεί μπορούν να βρουν άφθονο νερό και τροφή αφού η επιφάνεια της λίμνης του βορρά παγώνει την εποχή αυτή. Αυτός είναι και ο λόγος που δροσιζόμαστε μόνο το καλοκαίρι στη λιμνούλα μας. Η μητέρα φύση φρόντισε να την ξεκουράζει. Πόσες και πόσες γενιές, παπάκια μου, μεγάλωσαν στην υδάτινη αγκαλιά της…
»Στη δυτική πλευρά του νησιού και σε μεγάλη απόσταση από δω, όπως μπορείτε να διακρίνετε, υπάρχει ένα βουνό που η κορυφή του φτάνει ως τα σύννεφα. Αυτό είναι το βουνό των αετών! Οι αετοί είναι τα μεγαλύτερα και δυνατότερα πουλιά του νησιού, έχουν μεγάλο ράμφος, και γαμψά νύχια, τα φτερά τους είναι καφέ, ενώ στην περιοχή του κεφαλιού και του λαιμού λευκά. Οι αετοί είναι παράξενα πουλιά, έχουν την τάση να χώνουν το ράμφος τους παντού, να έχουν άποψη για τα πάντα και να απαιτούν μάλιστα να επικρατεί. Δε θέλω να σκεφτώ τι θα συμβεί αν κάποια πουλιά εναντιωθούν στο θέλημά τους. Προσωπικά, σας συμβουλεύω να μη δίνετε σημασία σ’ ό,τι λένε και κάνουν, αν δε θέλετε να έχετε προβλήματα μαζί τους.
»Στο ανατολικό τμήμα του νησιού εκτείνεται το δάσος των γλαυκόμορφων, δηλαδή το δάσος με τις κουκουβάγιες, τους μπούφους και τους γκιόνηδες. Αν υπάρχουν κάποια πουλιά που φοβούνται οι αετοί και δεν τα ενοχλούν, αυτά είναι τα γλαυκόμορφα, αν και, όπως λέγεται, δεν είναι τόσο μεγαλόσωμα όσο αυτοί και δεν είναι προικισμένα με τόσο δυνατά νύχια. Όμως είναι πολυάριθμα και η ισχύς τους οφείλεται στη συντροφικότητά τους. Είναι ενωμένα και αλληλοϋποστηρίζονται. Επιπλέον, τη νύχτα που όλα τα πουλιά κοιμούνται, αυτά είναι απ’ τη φύση τους ξύπνια με αποτέλεσμα να αποτελούν έναν εν δυνάμει κίνδυνο για όλους. Το άσχημο, όμως, με τα γλαυκόμορφα είναι ότι είναι “κλεισμένα στο καβούκι τους”, για να δανειστώ την έκφραση από κάποια ζώα που σέρνονται στο χώμα, και αδιαφορούν για όσα διαδραματίζονται έξω απ’ την περιοχή τους. Γι’ αυτό οι αετοί μπορούν και δρουν ανενόχλητοι.
»Τέλος, στο κεντρικό τμήμα του νησιού υπάρχει ένας γυμνός λόφος που στο κέντρο του έχει μια σκοτεινή σπηλιά. Γύρω απ’ το λόφο αυτό απλώνεται μια έρημη και άγονη έκταση, στην οποία ζουν τα κοράκια. Τα κοράκια είναι κάτι μαύρα πουλιά, εξαθλιωμένα, που με δυσκολία επιβιώνουν, τα καημένα.
»Αυτός, παιδιά μου, είναι ο κόσμος μας, ένας κόσμος υπέροχος μα και σκληρός».
Μόλις ολοκλήρωσε την περιγραφή, η πάπια έκανε στροφή και ακολουθούμενη απ’ τα παπάκια της κατευθύνθηκε προς τη στεριά για να ξεκουραστούν στην παχιά σκιά ενός γέρικου δέντρου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου